«Επτά αλήθειες και μία προοπτική»,άρθρο του Χ.Καστανίδη στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής».

Σχεδόν επτά χρόνια ύστερα από το ξέσπασμα της πιο μεγάλης και πολύπλευρης κρίσης που ενέσκηψε στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο πόλεμο, ένα μεγάλο μέρος των πολιτών εξακολουθεί να βρίσκεται σε σύγχυση σχετικά με τα αίτιά της και τη διαχείρισή της.

Την ίδια περίοδο ο δημόσιος διάλογος, αντί να τροφοδοτεί την αλήθεια, παρήγαγε μύθους, καθώς κυριαρχούσε ο ακραίος δημαγωγικός λόγος, ο συναρπαστικός και τυχάρπαστος κουτσαβακισμός, σύμφωνα με τον οποίο η απλή μεταβολή των διαχειριστών της κρίσης θα οδηγούσε στην εκμηδένισή της και σε μια νέα περίοδο ευημερίας.

Οι μύθοι ήταν εύκολα καταναλώσιμοι από έναν κόσμο που είδε να αλλάζουν δραστικά οι συνθήκες της ζωής του μετά την εφαρμογή των μνημονίων.

Απεγνωσμένοι άνθρωποι και τυραννισμένοι μέσα στα καθημερινά προβλήματά τους, αρνούνταν να τυραννηθούν και με την αναζήτηση της αλήθειας. Οι μύθοι και οι αυταπάτες είναι πιο βολικά πράγματα, οι συνωμοτικές θεωρίες πιο εύπεπτες, η άρνηση της ευθύνης ευκολότερο καθήκον, η παραμυθία πιο αποδοτική.
Ακόμη και σήμερα ο δημόσιος διάλογος κυνηγά φαντάσματα, τώρα που όλοι οι διαχειριστές της κρίσης έχουν την ίδια πικρή γεύση στο στόμα από τη διαχείρισή της. Το πρόβλημα είναι ότι η διάψευση κάθε μεγαλόστομης υπόσχεσης μετατράπηκε σε μια διαβρωτική συνθήκη για το εθνικό μας μέλλον. Μια γενικευμένη ψυχολογία ήττας εγκαθιδρύθηκε: τίποτε άλλο δεν μπορεί να γίνει από αυτό που εντέλλονται οι δανειστές!

Τίποτε δεν θα αλλάξει, καμιά δημιουργική προσπάθεια δεν θα γεννηθεί, καμιά ελπιδοφόρα προοπτική δεν θα εμφανισθεί, αν δεν συμφωνήσουμε, πρώτα απ’ όλα, να καταπολεμήσουμε τις συμβάσεις και τα βολικά ψεύδη που αφορούν σ’ αυτά που μας συμβαίνουν. Αν δεν καταλήξουμε σε μια κοινή αλήθεια για την περιπέτεια που περνάμε.

Εκθέτοντας παρακάτω μερικές αλήθειες, όπως εγώ τις αντιλαμβάνομαι, δεν το κάνω από κάποιο κομματικό χρέος, δεν αισθάνομαι την ανάγκη να υπερασπιστώ κόμματα ή πρόσωπα. Άλλωστε, από τον Φεβρουάριο του 2012, όταν το κόμμα μέσα στο οποίο γεννήθηκα και μεγάλωσα πολιτικά με διέγραψε, γιατί αρνήθηκα να ψηφίσω το δεύτερο μνημόνιο, ζω μόνο με εκείνη την αίσθηση της πολιτικής μοναξιάς, που ωστόσο σε βοηθά να αναστοχαστείς και να κρίνεις με την αναγκαία ψυχραιμία.

Ό,τι λοιπόν ακολουθεί στηρίζεται στη βιωμένη εμπειρία, οφείλεται μόνο στην υποχρέωση υπεράσπισης της αλήθειας και πειθαρχεί στην ανάγκη να κρατήσω ακέραια τη συνείδησή μου.

Αλήθεια πρώτη. Την κρίση δεν τη γέννησαν τα μνημόνια. Τα μνημόνια ήταν η οδυνηρή και αναγκαστική συνέπεια της κρίσης που ξέσπασε στο τέλος του 2009, όταν η αποκάλυψη των μεγεθών του ελλείμματος και του χρέους οδήγησε τα όργανα της Ευρωπαϊκής  Ένωσης να κινήσουν τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος και να θέσουν τη χώρα μας υπό εποπτεία, ενώ οι αγορές την έθεταν σε καθεστώς δανειστικής ασφυξίας.

Αλήθεια δεύτερη. Η Ελλάδα είχε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και δημοσιονομικές ανισορροπίες και προ του 2004. Δυστυχώς, αυτό που συνέβη την περίοδο 2004-2009 ήταν να καταστούν τα προβλήματα αυτά μη διαχειρίσιμα. Παρά το γεγονός ότι η τότε κυβέρνηση απέκρυπτε τα πραγματικά στατιστικά στοιχεία για το έλλειμμα και το χρέος, ευθύνες βαρύνουν το σύνολο του πολιτικού κόσμου, γιατί μετά το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, το 2007, στοιχειώδης προβλεπτικότητα θα επέβαλλε κινητοποίηση για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων, μέτρων που θα ήταν πολύ ηπιότερα συγκριτικά με αυτά που λαμβάνονται από το 2010 και ύστερα. Όταν ανέλαβε η νέα κυβέρνηση τον Οκτώβριο του 2009, ήταν ήδη αργά, με διαμορφωμένο το αδιέξοδο.

Αλήθεια τρίτη. Η προσφυγή στον διεθνή μηχανισμό στήριξης δεν ήταν προϊόν συνωμοσίας, που έγινε με την τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος από πράκτορες των δανειστών! Διότι αυτό υπαινίσσονται οι απίστευτοι συνωμοσιολόγοι που κατέκλυσαν τη χώρα και τη ρήμαξαν στο ψεύδος! Κάποιοι εθνοπροδότες ανέλαβαν για λογαριασμό ξένων δυνάμεων να παραποιήσουν τα στοιχεία, ώστε να οδηγήσουν τη χώρα στα νύχια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου! Ακόμη και σήμερα υπάρχουν πολυπληθείς οπαδοί αυτής της θεωρίας. Τι κι αν η Μέρκελ και ο Σόιμπλε φωνάζουν σε κλειστά ώτα Ελλήνων ότι δεν δέχονταν το 2010 και δεν δέχονται και το 2016 πρόγραμμα στήριξης χωρίς την παρουσία του ΔΝΤ!

Αν διογκώθηκε τεχνητά το έλλειμμα, θα έπρεπε λογικά ο Σαμαράς και ο Τσίπρας να αμφισβητήσουν τα στατιστικά του 2010, να ζητήσουν την αποκατάσταση των μεγεθών στην πραγματική τους διάσταση και να διαπραγματευθούν το δεύτερο και τρίτο μνημόνιο, αντιστοίχως, με βάση το διορθωμένο και πραγματικό έλλειμμα. Όχι μόνο δεν έκαναν αυτό, αλλά συμφώνησαν στην εφαρμογή δύο μνημονίων που στηρίζονται στην υπόθεση εργασίας ότι τα ακριβή στατιστικά δεδομένα του ελλείμματος είναι αυτά που αποτυπώθηκαν από την κυβέρνηση του 2009-2011!

Αλήθεια τέταρτη. Η προσφυγή στον διεθνή μηχανισμό στήριξης ήταν αναγκαστική επιλογή και διέσωσε την Ελλάδα από βέβαιη χρεοκοπία. Στις 19-5-2010 έληγαν ομόλογα ύψους 9,5 δισ. ευρώ και το κρατικό ταμείο ήταν ελλειμματικό κατά 36 δισ. ευρώ. Η βοήθεια που χορηγήθηκε στην Ελλάδα θα μπορούσε να ήταν μικρότερη, αν οι εταίροι δεν καθυστερούσαν αδικαιολόγητα, με ευθύνη κυρίως της Γερμανίας.

Αλήθεια πέμπτη. Η συμφωνία διάσωσης απέτρεψε μεν τη χρεοκοπία, αλλά συνοδεύτηκε από μνημόνια που έχουν βαριές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες. Και τα τρία μνημόνια επέβαλαν λανθασμένη οικονομική συνταγή για την αντιμετώπιση της κρίσης. Βύθισαν τη χώρα σε παρατεταμένη ύφεση, οδήγησαν στην απώλεια του 27% του ΑΕΠ, εκτίναξαν την ανεργία στα ύψη, επέφεραν αποεπένδυση και αγνόησαν τις προϋποθέσεις για μια νέα αναπτυξιακή προοπτική. Την ίδια ώρα, αγνοήθηκαν από τις εγχώριες πολιτικές δυνάμεις οι πραγματικές μεταρρυθμίσεις στην παραγωγή, στη διοίκηση, στο πολιτικό σύστημα, στην παιδεία, στους θεσμούς. Μια μεταρρυθμιστική πνοή που παρατηρήθηκε στους τομείς αυτούς την περίοδο 2009-2011 ανακόπηκε πολύ γρήγορα μέσα σε ένα καθεστώς συνεχών πολιτικών και κοινωνικών αναταραχών.

Αλήθεια έκτη. Τα πράγματα θα ήταν καλύτερα για τη χώρα μας και το λαό μας, αν υπήρχε ανταπόκριση στην πρόσκληση εθνικής συνεννόησης, που είχε απευθύνει από τις αρχές του 2011 η τότε κυβέρνηση. Η διαμόρφωση μιας εθνικής διαπραγματευτικής γραμμής και ενός συμπαγούς εθνικού μετώπου θα βοηθούσε σε καλύτερα διαπραγματευτικά αποτελέσματα, σε πιο αποδοτικές λύσεις, σε κάμψη της αλαζονικής και μυωπικής σε πολλά θέματα στάσης των δανειστών. Θα βοηθούσε επίσης σε μεγαλύτερη κατανόηση των προβλημάτων και των δύσκολων καταστάσεων από τους πολίτες. Αντ’ αυτού, περιήλθαμε σε κατάσταση κοινωνικού παροξυσμού και πολιτικού εκτροχιασμού. Προφήτες σάρωναν τη χώρα απ’ άκρου εις άκρον κηρύσσοντας ότι έχουν τη μαγική λύση για τον Παράδεισο, κόμματα πλειοδοτούσαν σε δεξιό και αριστερό λαϊκισμό, θεωρητικοί των συνωμοσιών αποκάλυπταν τα κολασμένα σχέδια των παραδομένων σοσιαλιστών, εξαγγελίες για ένα νέο Γουδί έβλεπαν το φως της δημοσιότητας και μεταξύ των πολιτών οι περισσότεροι ήταν πρόθυμοι να τα αποδεχτούν. Οι δανειστές γνώριζαν ότι με διασπασμένη την εσωτερική πολιτική τάξη μπορούσαν να επιλέγουν και να αλλάζουν συνομιλητές. Ο Σαμαράς περίμενε στη γωνία τον Παπανδρέου, ο Τσίπρας περίμενε στη γωνία τον Σαμαρά και τώρα ο Μητσοτάκης τον Τσίπρα. Δοκιμασμένη συνταγή αυτοκαταστροφής και έλλειψη εθνικής αυτογνωσίας!

Σύντομα οι πολιτικοί ταχυδακτυλουργοί, ο ένας μετά τον άλλον, απομονωμένοι στη θέση του κυβερνητικού οδηγού, υπέστησαν τις συνέπειες των επιλογών τους.

Αλήθεια έβδομη. Από την αρχή της κρίσης μέχρι τώρα δεν υπήρξε κανένα εθνικό σχέδιο για τα μεγάλα προβλήματα της οικονομίας και της κοινωνίας, που δεν αποτελούν αντικείμενο ρύθμισης των μνημονίων. Τα μνημόνια ρυθμίζουν τα δημοσιονομικά και τα χρηματοοικονομικά κυρίως θέματα. Οι αιτίες της κρίσης, όπως οι ανεπάρκειες της διοίκησης και της δικαιοσύνης, όπως η έλλειψη παραγωγικού σχεδίου για την ανασυγκρότηση της οικονομίας, όπως οι αδυναμίες του πολιτικού συστήματος και των θεσμών, όπως η αδιαφάνεια και η διαφθορά, δεν αντιμετωπίζονται από τα μνημόνια. Εθνικό σχέδιο χρειάζεται, που να είναι αποτέλεσμα εθνικής συνεννόησης. Και δεν ασχολείται κανείς!

 Οι μέτοχοι μιας κοινής αλήθειας ρίχνουν γέφυρες επικοινωνίας και συνεννόησης

Αν μπορούσαμε να συμφωνήσουμε σε αυτά τα ελάχιστα πράγματα, ίσως θα ήταν δυνατό ένα νέο ξεκίνημα. Οι μέτοχοι μιας κοινής αλήθειας μπορούν να ρίξουν γέφυρες επικοινωνίας και συνεννόησης. Μεταξύ των κομμάτων, μεταξύ των κομμάτων και των πολιτών, μεταξύ των δημιουργικών δυνάμεων. Τότε θα είναι εφικτή μια νέα διαπραγμάτευση με τους δανειστές, προκειμένου να αλλάξουν κρίσιμες παράμετροι του ισχύοντος προγράμματος, που είναι ανεδαφικές, προβληματικές και ανεφάρμοστες. Τότε θα είναι εφικτή η διαμόρφωση ενός εθνικού σχεδίου για όλα τα σπουδαία θέματα που δεν αφορούν τους δανειστές.

Δεν διεκδικώ το αλάθητο. Βιώνω όμως με οδύνη το αδιέξοδο της χώρας μου, την έλλειψη προοπτικών, τη σκυμμένη διάθεση ενός λαού, την ήττα των ανθρώπινων προσδοκιών. Και βιώνω με βαθιά θλίψη την καταστροφή του πολιτικού χώρου όπου ανήκω. Της μεγάλης κεντροαριστεράς. Δεν της άξιζε. Γιατί, παρά τα λάθη της, πολλά από τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά επιτεύγματα της τελευταίας ελληνικής Δημοκρατίας φέρουν την υπογραφή της. Πολλοί πολίτες και πολλά στελέχη την απαρνήθηκαν, προσχωρώντας κυρίως στον αριστερό μεσσία, στον επόμενο νικητή της αριστερής ελπίδας και της δεξιάς διάψευσης.

Επέλεξα να παραμείνω μέσα στα συντρίμμια της, ανάμεσα στις σκορπισμένες δυνάμεις της παράταξής μου, έχοντας ακέραια την ελπίδα ότι θα ανασυνταχθεί βήμα βήμα, ότι θα ξανασηκωθεί και θα σταθεί όρθια, αποκαθαρμένη από λάθη του παρελθόντος, υπερασπιζόμενη την πολιτική ιστορία της, υπερβαίνοντας τους προσωπικούς εγωισμούς, παρακινώντας όλους στη γραμμή του διαλόγου και της εθνικής συνεννόησης. Συνεισφέροντας εκείνες τις ιδέες που μπορούν να ξανακάνουν τους ανθρώπους να ελπίσουν βάσιμα.

Advertisement