Η χώρα αντιμετωπίζει πολλαπλούς σοβαρούς κινδύνους. Βρίσκεται σε παρατεταμένη οικονομική κρίση, έχοντας μη διαχειρίσιμο χρέος, διαρκή μείωση του Εθνικού Εισοδήματός της, υψηλή ανεργία και διαλυμένη την κοινωνική συνοχή της.
Τα τρίτο πρόγραμμα που καλείται να εφαρμόσει περιλαμβάνει σκληρά μέτρα σε βάρος μιας εξαντλημένης κοινωνίας και έχει προβληματικές παραμέτρους, ανάλογες με εκείνες των δύο προηγουμένων προγραμμάτων. Η διαχείριση των υποχρεώσεων του τρίτου μνημονίου είναι πιθανό να έχει επιπτώσεις στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όπως, άλλωστε, διαρκώς συμβαίνει από την έναρξη της κρίσης.
Η στενή δημοσιονομική διαχείριση του προβλήματος εκ μέρους της κυβέρνησης αγνοεί κρίσιμες πτυχές των αναγκών της χώρας και της κοινωνίας, όπως είναι η διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού προτύπου, αναγκαίου για τη δημιουργία νέου εθνικού πλούτου, και, συνεπώς, θέσεων εργασίας.
Την ίδια ώρα, οι γεωπολιτικές εξελίξεις, κυρίως στη Μεσόγειο, προσθέτουν ανησυχίες για πιθανές αρνητικές συνέπειες σε βάρος της Ελλάδας. Η εκρηκτική αστάθεια στην περιοχή τροφοδοτεί το εσωτερικό μας με μεγάλες προσφυγικές ροές, τις οποίες καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, ενόσω πολλές ευρωπαϊκές χώρες υψώνουν εθνικιστικούς φραγμούς και η Ευρώπη στο σύνολό της δείχνει αμήχανη για να καταλήξει στη σωστή πολιτική. Τα τρομοκρατικά χτυπήματα του Ισλαμικού Κράτους ενισχύουν τα συντηρητικά και αμυντικά ανακλαστικά των Ευρωπαίων, ενώ στο εσωτερικό της Ένωσης φαίνεται να ευνοούνται οι πολιτικές ενίσχυσης της Τουρκίας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η ανάγκη για εθνική συνεννόηση είναι επιτακτική. Ο κομματικός αυτισμός και οι μικροκομματικές επιδιώξεις πρέπει να υποχωρήσουν μπροστά στη σοβαρότητα των προβλημάτων και τις επιταγές της εποχής.
Η εθνική συνεννόηση καλό είναι να αφορά τους πιθανούς σχεδιασμούς για την έξοδο από την πολύπλευρη κρίση μας και τη διαμόρφωση εθνικής γραμμής για τους γεωπολιτικούς κινδύνους. Τις μεγάλες προκλήσεις δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο του κανένα κόμμα ούτε μια περιστασιακή και ασθενής κοινοβουλευτική συμμαχία. Επιπρόσθετα, η εθνική συνεννόηση δεν μπορεί να εξαντλείται σε κάποιο επί μέρους θέμα, που μονομερώς αποφασίζει η κυβέρνηση.
Ο πρωθυπουργός πρόσφατα ανέλαβε την πρωτοβουλία να συγκληθεί υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών, με σκοπό την εξέταση του Ασφαλιστικού και του προσφυγικού προβλήματος. Η πρωτοβουλία απέτυχε, γιατί ανελήφθη αιφνιδίως, χωρίς προηγούμενη συζήτηση και κατάλληλη προετοιμασία μεταξύ των ηγεσιών των πολιτικών κομμάτων. Μέσα σε κλίμα πολιτικής καχυποψίας και όταν έχουν προηγηθεί προεκλογικές περίοδοι με έντονα πολωτικά χαρακτηριστικά, απαιτείται, πριν από την ανάληψη τέτοιας πρωτοβουλίας, συνεννόηση, κοινά αποδεκτή ημερήσια διάταξη και, πρωτίστως, η διαμόρφωση κατάλληλης ατμόσφαιρας.
Ο πρωθυπουργός οφείλει να αντιληφθεί και έμπρακτα να υπερβεί το δικό του προηγούμενο λάθος να αρνείται επί πέντε χρόνια την ελάχιστη συναίνεση που του ζητούσαν, καταλογίζοντας, μάλιστα, «εθνική προδοσία» στις ηγεσίες των κομμάτων, από τα οποία σήμερα ζητεί τη σύμπραξή τους. Η αντιπολίτευση, από την πλευρά της, οφείλει να μην παρασυρθεί σε στείρα άρνηση, αυτήν την οποία και η ίδια υπέστη.
Μετά το αποτυχημένο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών, η κυβέρνηση εξαπέλυσε σφοδρό κατηγορώ κατά της αντιπολίτευσης του συνταγματικού τόξου. Ελπίζω να μην έχει επιλέξει πολιτική πόλωσης, γιατί τότε θα καταδείξει ότι ελάχιστα αντιλαμβάνεται.
Θα προτιμούσα μια εθνική συνεννόηση που καταλήγει και σε κυβερνητική συναίνεση. Δηλαδή, στη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Μια τέτοια κυβέρνηση δεν τη χρειαζόμαστε για να διαχειρισθεί στενά το τρίτο μνημόνιο, ώστε οι συμμετέχοντες να μοιρασθούν το πολιτικό κόστος. Αυτό θα ήταν αδιέξοδο. Μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα ήταν χρήσιμη, αν εκπονούσε ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση, που θα περιελάμβανε τα πολλά θέματα που δεν ρυθμίζονται από τα μνημόνια. Ένα εθνικό σχέδιο, δηλαδή, για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, τη ριζική αλλαγή στη διοίκηση και τη δικαιοσύνη, την επαναθέσμιση της πολιτικής και της Δημοκρατίας. Πολλά από τα θέματα αυτά άπτονται και της συνταγματικής αναθεώρησης. Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα ήταν και η καταλληλότερη για να διαχειρισθεί με ψυχραιμία και σωφροσύνη τους γεωπολιτικούς κινδύνους.
Αν όμως, για λόγους που αφορούν την εθνική και πολιτική ιδιοπροσωπία μας, αποδειχθεί και πάλι δύσκολο να καταλήξουμε σε κυβερνητική συναίνεση, τότε ας διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού τη δυνατότητα εθνικής συνεννόησης, κρατώντας ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων.
Η ελληνική πολιτική ηγεσία οφείλει να είναι έτοιμη, την εξαιρετικά δύσκολη αυτή περίοδο, να αποδείξει, αν μπορεί να υπηρετήσει το δημόσιο και εθνικό συμφέρον ή θα καταδικασθεί από την ιστορική γραφίδα.
Ειδικά, για τον πρωθυπουργό και τα στελέχη της κυβέρνησης θα ήταν προσβλητικό να εγερθεί το ερώτημα του Fred Allen: «τι έχετε στο μυαλό σας; – αν μας επιτρέπετε την υπερβολή».