ΟΜΙΛΙΑ ΧΑΡΗ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗ ΣΤΗΝ 12η ΣΥΝΟΔΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, ΚΥΡΙΑΚΗ 15 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2012

Συντρόφισσες και σύντροφοι, πυκνές είναι οι στιγμές, είμαστε στο όριο του καιρού, η κρίση βαριά, η χώρα μπροστά σε πολύ μεγάλους κινδύνους και το ΠΑΣΟΚ ίσως στην πιο δύσκολη περίοδο της ιστορικής του διαδρομής. Γι΄ αυτό ακριβώς υπάρχει η συναίσθηση σε όλους που συμμετέχουν σήμερα στο Εθνικό Συμβούλιο, ότι πρέπει να μιλήσουν με ειλικρίνεια.

Βλέπω όλους να έχουν προσέλθει με μεγάλη σοβαρότητα, με σεβασμό στην ιστορική μας διαδρομή και κατανόηση στη δυσκολία των στιγμών. Αναδεικνύουν σκέψεις και προτάσεις οι οποίες θα αποβούν πολύ χρήσιμες για όλους μας και αυτό καταδεικνύει πόσο ανάγκη είχαμε από τέτοιες διαδικασίες, τις οποίες, όμως δυστυχώς, κάτω από το βαρύ κυβερνητικό φορτίο και  την εγκατάλειψη του κόμματος, δεν επιλέξαμε.

Είναι, βεβαίως, η ώρα του απολογισμού που πρέπει να περιλάβει και στοιχεία σοβαρής αυτοκριτικής. Θα μου επιτρέψετε, όμως, να σας πω ότι δεν πρέπει να κάνουμε θεμελιώδη λάθη στην αυτοκριτική μας -όπως άκουσα μερικές στιγμές κατά τη συζήτηση – και γι΄ αυτό ακριβώς σπεύδω με λίγα λόγια, να διορθώσω.

Αποτελεί θεμελιώδες λάθος να ισχυριστούμε ότι το κόμμα μας γνώριζε ήδη πριν από τις εκλογές, ποια ήταν η πραγματική δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση της χώρας, την οποία απέκρυψε, κέρδισε έτσι την ψήφο του ελληνικού λαού και μετά βρέθηκε μπροστά στο αδιέξοδο. Ισχυρίζομαι, ότι είναι θεμελιώδες λάθος, γιατί πρώτα – πρώτα δεν είναι η αλήθεια και ταυτόχρονα αποτελεί παραπειστικό επιχείρημα που έχει χρησιμοποιηθεί από την αντιπολίτευση και κυρίως από τη Δεξιά.

Πέραν της τηλεοπτικής συζήτησης των πολιτικών Αρχηγών λίγο πριν από τις εκλογές, την οποία επικαλέστηκε ο Πρόεδρος, θυμίζω ότι ακόμη και οι διαρροές από τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ανέβαζαν το έλλειμμα όχι στο ύψος του 6%-6,5%, όπως ήταν η κυβερνητική εκτίμηση, αλλά κοντά στο 9,5%, θα πλησίαζε δηλαδή διψήφιο αριθμό.

Γνωρίζουμε όλοι μας ότι το έλλειμμα, αφότου αναλάβαμε την Κυβέρνηση, δεν ήταν καν 9,5%, αναθεωρήθηκε αρχικά στο 12,5%, μετά στο 13,5% και στο τέλος του 2010 κοντά στο 16%. Η διαφορά ανάμεσα στην πιθανή εξέλιξη, όπως την προέβλεψε ο Προβόπουλος, των 6 περίπου μονάδων και των 10 μονάδων από την εκτίμηση της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, δεν είναι ασήμαντη.

1% διαφορά στο ΑΕΠ ισούται με 2 ή 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι είχαμε να αντιμετωπίσουμε ένα διευρυμένο έλλειμμα, πέρα από κάθε πρόβλεψη, που έφθανε στο επιπλέον ποσό των 15 δισεκατομμυρίων ευρώ. Εάν δε υπολογίσουμε τη σχέση της επίσημης τότε κυβερνητικής θέσης και του τελικού αποτελέσματος, το επιπλέον έλλειμμα που παρέλαβε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ξεπερνούσε τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ. Με άλλα λόγια η διαφορά του 10% ανάμεσα στο πραγματικό έλλειμμα και στο έλλειμμα που ισχυριζόταν ότι θα παρέδιδε η Νέα Δημοκρατία, σήμαινε «κληρονομιά» για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, επιπλέον ελλείμματος κατά τουλάχιστον 20 δισεκατομμύρια ευρώ.

Αλλά ακόμη και η αναφερθείσα ως εσφαλμένη κίνηση τις πρώτες μέρες της Κυβέρνησης Παπανδρέου, να δώσει το γνωστό επίδομα αλληλεγγύης, τι προδίδει; Προδίδει μια Κυβέρνηση η οποία πειθαρχεί στον προγραμματικό της λόγο, η οποία επιλέγει ένα δημοσιονομικό ισοδύναμο – διότι σας θυμίζω ότι το 1 δισεκατομμύριο που δόθηκε ως επίδομα αλληλεγγύης ήταν μετά από την αντίστοιχη αύξηση της φορολογίας των διανεμομένων κερδών των επιχειρήσεων – το οποίο δίνει στους φτωχότερους σύμφωνα με τις προεκλογικές της δεσμεύσεις.

Τι υποδηλώνει μια τέτοια πολιτική της Κυβέρνησης τις πρώτες εβδομάδες της θητείας της; Ότι η συνείδησή της για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είναι διαφορετική, θεωρεί ότι είναι λιγότερο βαριά τα πράγματα από όσο προέκυψαν μετά και συνεπώς έχει τη δυνατότητα να ασκήσει κοινωνική πολιτική, η οποία ήταν σύμφωνη με το ιδεολογικό και προγραμματικό της οπλοστάσιο.

Συνεπώς, ας αποφύγουμε αυτό το θεμελιώδες λάθος της κριτικής και ας επιλέξουμε άλλα σημεία τα οποία έχουν μεγαλύτερη σημασία, για να δούμε  πιο καθαρά την πορεία μας.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, ειπώθηκαν πολλά για την κρίση. Θα μου επιτρέψετε απλώς να φωτίσω λίγο περισσότερο με τρεις σημειώσεις ορισμένες πλευρές της κρίσης, που έχουν σημασία για την πορεία μας από δω και μπρος.

Πρώτον, αυτό που πράγματι συνέβη και είναι απολύτως συνεπές με όσα υποστήριξα προηγουμένως, είναι ότι δεν ήμασταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τέτοια κρίση. Δεν ήμασταν έτοιμοι εθνικά, δεν ήταν ετοιμασμένος ο ελληνικός λαός, δεν ήμασταν έτοιμοι διοικητικά, διότι ένας απόλυτα παράλυτος κρατικός μηχανισμός δεν μπορούσε να υποστηρίξει οποιαδήποτε πολιτική, είτε δημοσιονομικής προσαρμογής είτε άλλη.

Δεν ήμασταν έτοιμοι ως πολιτικό σύστημα και δεν ήμασταν έτοιμοι ως ΠΑΣΟΚ. Δεν είχαμε αντιληφθεί, δηλαδή, το μέγεθος, την οξύτητα, την ένταση και το βάθος της κρίσης. Το γεγονός αυτό εξηγεί ορισμένους λανθασμένους πολιτικούς χειρισμούς. Όσα ισχυρίζομαι, τα έχω πει δημόσια ή μέσα στο Υπουργικό Συμβούλιο. Δεν έχω αλλάξει θέσεις.

Ποιοι ήταν οι λανθασμένοι πολιτικοί χειρισμοί που αντιστοιχούσαν στη διαπίστωση ότι δεν είχαμε συλλάβει το μέγεθος της κρίσης; Όταν την άνοιξη του 2010, περί τον Μάρτιο, ήταν πλέον φανερό ότι εισερχόμασταν σε μια βασανιστική περιπέτεια και τα βασικά οικονομικά μεγέθη είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται, ήταν η στιγμή που έπρεπε να απευθυνθούμε στο σύνολο των πολιτικών κομμάτων.

Να καλέσουμε τους υπεύθυνους της κακής δημοσιονομικής διαχείρισης της περιόδου 2004-2009 και το σύνολο του πολιτικού κόσμου να συστρατευθούν σε μια εθνική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κρίσης. Κανείς μόνος του  δεν μπορούσε να υπερβεί αυτή την κρίση. Δεν το κάναμε, πιστέψαμε ότι μπορούσαμε να διαχειριστούμε μόνοι μας την κρίση αυτή. Και τότε διαθέταμε τα μέσα, στην αρχή της κυβερνητικής μας θητείας, να επιβάλουμε αυτή τη λογική.

Ο δεύτερος λανθασμένος πολιτικός χειρισμός έγινε, αφού ενταχθήκαμε στον μηχανισμό στήριξης, μηχανισμό στήριξης που δεν υπήρχε – τον διαμόρφωσε η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και ο Γιώργος Παπανδρέου σε συνεννόηση με τους Ευρωπαίους, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – και υπογράψαμε το μνημόνιο.

Ήταν, τότε, σωστή η θέση όσων υποστήριξαν ότι έπρεπε να υπάρξει ψήφιση του μνημονίου τουλάχιστον από 180 Βουλευτές. Ήμασταν λίγοι που υποστηρίξαμε αυτή την άποψη. Το χειρότερο όλων είναι ότι, όταν ψηφίστηκε το μνημόνιο, τον Ιούλιο του 2010 – θα μου επιτρέψετε λίγο τον προσωπικό τόνο – προσέφερα μία λύση που απορρίφθηκε.

Διατύπωσα την άποψη ότι από τη συγκλονιστική μας προσπάθεια είναι πιθανόν να σωθεί η χώρα, αλλά για τα επόμενα τριάντα χρόνια δε θα υπάρχει Κεντροαριστερά. Αυτή ήταν η ακριβής διατύπωσή μου.

Γι’ αυτό είχα προτείνει τη νομιμοποίηση της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ, με το επιχείρημα ότι ήμασταν αναγκασμένοι μετά τον Οκτώβριο και κυρίως μετά την άνοιξη του 2010 να ασκούμε μια ριζικά διάφορη πολιτική, από εκείνη την οποία επαγγελθήκαμε ενώπιον του ελληνικού λαού λίγο πριν από τον Οκτώβριο του 2009. Είχα πει τότε ότι μία παραδεκτή λύση, θα ήταν ίσως η προσφυγή σε τριπλή κάλπη στις 7 Νοεμβρίου, μαζί με τις αυτοδιοικητικές εκλογές.

Θυμάμαι, ότι πολλοί από τους σημερινούς κριτές της πολιτικής μας, από αυτούς που ξαφνικά είδαν φως και ανένηψαν και μετετράπησαν από Σαούλ σε Παύλο, ενοχλήθηκαν, μη σας πω ότι και ο Πρόεδρος ενοχλήθηκε, διότι προφανώς πολλοί αισθάνονταν ότι είναι κραταιοί στις θέσεις εξουσίας, είτε της κυβερνητικής εξουσίας, είτε της κοινοβουλευτικής.

Τότε αρνήθηκαν μια πολιτική επιλογή, η οποία επανήλθε υπό δυσμενέστερες συνθήκες ένα χρόνο μετά, αλλά είχαμε χάσει πολύτιμο χρόνο. Όταν αποφασίσαμε το διάβημα του δημοψηφίσματος στις 31 Οκτωβρίου  2011, οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές.

Η δεύτερη σημείωση για την κρίση είναι ότι κανένας, εκτός από τα κυβερνητικά στελέχη, δεν έζησαν την απόλυτη πίεση της τρόικας. Έγιναν πάρα πολλά λάθη και στο σχεδιασμό και κυρίως στην εφαρμογή της πολιτικής. Θα αποδώσω μικρή ευθύνη στην Κυβέρνηση. Το κύριο πρόβλημα ήταν η απίστευτη, διαβολεμένη πίεση ανά τρίμηνο της τρόικας να ζητάει συγκεκριμένα μέτρα και να επανέρχεται το επόμενο τρίμηνο ζητώντας νέα μέτρα για να δώσει τη νέα δόση.

Μέσα στην ασφυκτική πίεση των τριών μηνών υπήρχαν Υπουργοί που έπρεπε να στοχαστούν, να σχεδιάσουν, να μορφοποιήσουν τα μέτρα σε νομοσχέδιο, να το ψηφίσουν στη Βουλή και μετά να το εφαρμόσουν. Σε τέτοιες συνθήκες εκτεταμένης κρίσης, απίστευτης σε βάθος κρίσης, χρειάζεσαι στοιχειώδη χρόνο να σκεφτείς, να αποφασίσεις και να εφαρμόσεις σωστά.

Και η τρίτη σημείωση που θέλω να κάνω για την κρίση. Τι ήταν οι δανειστές μας, οι οποίοι ήρθαν σε συμφωνία με την Κυβέρνηση; Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η καλύτερη περίπτωση από τα τρία μέρη της τρόικας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, είχαν την αποτύπωση στην πολιτική τους συμπεριφορά, στην οικονομική τους σύλληψη και στη διαχείριση κρίσιμων υποθέσεων, των ιδεών του νεοφιλελευθερισμού.

Υπό την πίεση, λοιπόν, της τρόικας και των δανειστών εφαρμόσαμε μία πολιτική η οποία μας οδήγησε σε ένα απίστευτο υφεσιακό σπιράλ. Τα κύρια μέτρα οριζόντιου χαρακτήρα ήταν μέτρα που πίεζαν τη δημόσια κατανάλωση, την ιδιωτική κατανάλωση, τη μείωση του εισοδήματος, τη συμπίεση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.

Είχαμε ισχυρισθεί ορισμένοι από μας τον Απρίλιο του 2010 στο υπουργικό συμβούλιο, ότι χρειάζεται εξορθολογισμός στους μισθούς, τις συντάξεις, στο μισθολογικό κόστος, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, αλλά η υπερβολική συμπίεση των εισοδημάτων, η μείωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, η υπερβολική μείωση της δημόσιας κατανάλωσης, θα οδηγήσει σε βαθύ υφεσιακό κύκλο, πράγμα που επιβεβαιώθηκε.

Επισημαίνω κάτι: Ο ιδεολογικός πατέρας των νεοφιλελεύθερων και του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρίντμαν, πριν πεθάνει είχε πει ότι σε περίοδο βαθειάς και οξείας κρίσεως, είναι αδιανόητο να εφαρμόζεις σκληρές πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής. Δεν το είπε κανένας κεϊνσιανός.  Το είπε ο Φρίντμαν.

Παρά το γεγονός ότι ο ιδεολογικός τους πατέρας προειδοποιούσε ότι είναι άχρηστες οι πολιτικές βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής, αυτοί που ομνύουν στο όνομα του νεοφιλελευθερισμού, σκέφτηκαν ότι πρέπει να λησμονήσουν τον Φρίντμαν και να επιλέξουν τη γνωστή μεθοδολογία, που εφαρμόζουν οι δυνάμεις της αγοράς και του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, μέσα στην απόλυτη κυριαρχία του αχαλίνωτου καπιταλισμού.

Αυτές οι τρεις σημειώσεις και ιδιαίτερα η τελευταία που αφορά τον υφεσιακό κύκλο πρέπει να κρατηθούν, γιατί με βάση την υφεσιακή κατάσταση της χώρας πρέπει να προσαρμόσουμε την πολιτική μας από δω και πέρα.

Πριν καταλήξουμε όμως στις προτάσεις, θα μου επιτρέψετε να μείνω σε ένα σημαντικό κεφάλαιο της πολιτικής μας ζωής. Ενδεχομένως δε, ορισμένες πλευρές αυτού του κεφαλαίου να καταγραφούν ως αξιοπερίεργα μαθήματα συνταγματικής νομιμότητας και πολιτικής τάξης για διδαχή στους πρωτοετείς φοιτητές της Νομικής.

Ήταν φανερό, ότι το ΠΑΣΟΚ σήκωσε μόνο του το επαχθές βάρος μιας κρίσης, που άλλες χώρες της Ευρώπης το σηκώνουν με τη συμμετοχή περισσότερων πολιτικών δυνάμεων. Ήταν φανερό, ακόμη, ότι όσο ασκούσαμε μια πολιτική η οποία ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με τον προγραμματικό μας λόγο, τόσο περισσότερο αυξανόταν η απόκλιση ανάμεσα στις παραδοσιακές κοινωνικές συμμαχίες μας και στο ΠΑΣΟΚ.

Αυτή η διαρκώς διευρυνόμενη απόκλιση εμπιστοσύνης, μετατράπηκε σε κρίση του πολιτικού συστήματος και τελικά σε εσωτερική κρίση του ίδιου του ΠΑΣΟΚ και της κυβέρνησης. Αλλά δε μετατράπηκε έτσι, γενικώς. Μετατράπηκε κάτω από την επέμβαση συγκεκριμένων δυνάμεων και συγκεκριμένων γεγονότων.

Η κρίσιμη στιγμή που η οικονομική κρίση μετατρέπεται σε πολιτική και ενδοκυβερνητική συμβαίνει μεταξύ 21ης Ιουλίου και 26ης Οκτωβρίου 2011.

Την 21η Ιουλίου, για πρώτη φορά η Ευρωπαϊκή Ένωση με καθυστέρηση δυο χρόνων και παρά την επιμονή της δικής μας κυβέρνησης, αποφασίζει αναδιάρθρωση του χρέους, με μείωση της αξίας των ομολόγων που διακρατούσε ο ιδιωτικός τομέας κατά 21%.

Μεταξύ όμως 21ης Ιουλίου και 26ης Οκτωβρίου, της επόμενης δηλαδή Συνόδου Κορυφής, αρχίζει να διαφαίνεται ότι η αναδιάρθρωση  που συμφωνήθηκε την 21η Ιουλίου στο ύψος του 21% δεν αρκεί. Σας θυμίζω, ότι στους κόλπους της Κοινότητας και μεταξύ των δανειστών μας γινόταν συζήτηση, αν το ύψος του κουρέματος έπρεπε να φτάσει στο 50% ή και παραπάνω.

Οι συζητήσεις αυτές, συνδυάζονται κάποια  στιγμή με τη διατύπωση από τον Γιώργο Παπανδρέου αλλά και τον Υπουργό Οικονομικών, ενός ισχυρού διλήμματος, στο οποίο δεν έδωσαν τότε οι Έλληνες πολίτες σημασία: Εθνικό ή τραπεζικό συμφέρον;

Σας θυμίζω, επίσης, ότι για να πάμε στη Σύνοδο της 26ης Οκτωβρίου, ο υπουργός των Οικονομικών δήλωνε ότι χρειάζεται να ψηφίσουμε το πολυνομοσχέδιο, αλλιώς δε χρειάζεται να πάμε. Στο πολυνομοσχέδιο εκείνο, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφασίζει ότι η αύξηση της μείωσης της αξίας των ομολόγων που διακρατούν οι ιδιώτες, θα συνοδευθεί, κατά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, από την έκδοση πλέον, όχι προνομιούχων, αλλά κοινών μετοχών.

Μετά τις αποφάσεις για την έκδοση κοινών μετοχών και το κούρεμα του χρέους κατά 50%, συσπειρώνεται όλο το διεθνές και κυρίως το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Λόγω των γνωστών δανειοδοτικών αναγκών των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, όλα τα Μέσα Ενημέρωσης συστοιχίζονται με τις τράπεζες ενάντια στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

Οι τραπεζίτες εκείνη την περίοδο  κάνουν δηλώσεις ότι πρόκειται  περί καταστροφής, εάν πάμε σε τέτοια συμφωνία στις 26ης Οκτωβρίου, στη Σύνοδο Κορυφής. Σας θυμίζω ότι και ο σημερινός Πρωθυπουργός είχε εκφράσει, την άποψη ότι θα ήταν εγκληματικό να πάμε σε μια αύξηση του PSI πέραν του 21%.

Υπάρχει λοιπόν μια οξύτατη σύγκρουση συμφερόντων, όταν διατυπώνεται το δίλημμα, τραπεζικό ή εθνικό συμφέρον. Λίγο πριν πάμε την 26η Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες, επί ένα μήνα τα Υπουργεία είναι κατειλημμένα. Ρωτήστε όλους τους Υπουργούς. Το Δημόσιο βρίσκεται σε μια γενικευμένη στάση απέναντι στην κυβέρνηση και μάλιστα μετέχουν για πρώτη φορά με στάσεις εργασίας δικαστές και εισαγγελείς. Ρωτήστε Υπουργούς, αν μπορούσαν να βρουν εισαγγελείς για να ανοίξουν τους δρόμους προς τα Υπουργεία.

Την ίδια ώρα, το σύνολο των κομμάτων βρίσκεται απέναντι στην πολιτική της κυβέρνησης. Τα ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου η επίσημη, σαφής, διακηρυγμένη θέση του συνόλου του πολιτικού κόσμου είναι απέναντι στο ΠΑΣΟΚ. Είχε προηγηθεί, εν τω μεταξύ, η συζήτηση του πολυνομοσχεδίου, όταν αρκετοί σύντροφοι βουλευτές δήλωναν ότι δεν πρόκειται  να ψηφίσουν πλέον κανένα άλλο μέτρο της κυβέρνησης.

Το πρωί της 27ης Οκτωβρίου, ενώ τα ΜΜΕ κατά περίεργο τρόπο την ελάσσονος σημασίας συμφωνία της 21ης Ιουλίου την τιμούσαν, τη μείζονος σημασίας συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου 2011 την αποδομούσαν.  Στις 28 Οκτωβρίου συμβαίνουν τα γνωστά γεγονότα.

Το Σαββατοκύριακο 29 και 30, τίθεται ένα ερώτημα: Τα κόμματα αντιτίθενται στη νέα δανειακή σύμβαση, στις 28 Οκτωβρίου έχει καταλυθεί η έννομη τάξη ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας, συγκροτημένος πόλεμος συμφερόντων απέναντι στην κυβέρνηση μαίνεται και ταυτόχρονα, μια μερίδα συναδέλφων δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει τίποτε άλλο. Πώς θα ψήφιζε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, όταν θα ήταν έτοιμη, τη νέα δανειακή σύμβαση;  Με ποιον τρόπο; Με ποια πλειοψηφία; Η απάντηση που δόθηκε είναι ότι στα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα, μπορείς να δώσεις λύση, εάν καλέσεις να επέμβει ο ελληνικός λαός, με δημοκρατικό μέσο που διαθέτει στα χέρια του: το δημοψήφισμα.

Γιατί δε θέλει ο Παπανδρέου εκλογές, όπως τον καλούν τα υπόλοιπα κόμματα; Διότι έχει την άποψη ότι αν πάμε σε εκλογές, πιθανότατα να εκραγεί η χρεοκοπία στα χέρια μας, στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Θέλει ένα κατ’ εξοχήν δημοκρατικό μέσο, ένα μέσο αυθεντικό έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας, το δημοψήφισμα, για να επέμβει στο άλυτο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό αδιέξοδο.

Όταν ανακοινώνεται το δημοψήφισμα, ξεσπάει ένας απίστευτος πόλεμος και από την Τρίτη το βράδυ, μετά τη θετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, αποκλείεται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κάθε εισροή αντίθετης πληροφορίας από το εξωτερικό στη χώρα.

Η επικοινωνιακή καταιγίδα που πέφτει πάνω στο δημοψήφισμα είναι απίστευτη. Η εσωτερική μας αποδιάρθρωση δεν επιτρέπει την υπεράσπιση του δημοψηφίσματος, άλλωστε έχουν διαφοροποιηθεί και ορισμένοι εξ αυτών που το υποστήριξαν, κάνοντας ελαφρά πηδήματα  προς το πλάι.

Ακόμη και ο τίτλος της LIBERATION με τη λέξη «ΧΑΟΣ» ερμηνεύεται εδώ, από τα ελληνικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ότι είναι επίθεση  στην απόφαση του Παπανδρέου και της ελληνικής Κυβέρνησης.

Μάλιστα. Αλλά μια εβδομάδα μετά ο Διευθυντής της Σύνταξης  της LIBERATION,  ο Ντεμορέν, δίνει συνέντευξη στο «ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ  ΒΗΜΑ» και εξηγεί ότι ποτέ «δεν θα μπορούσαμε να λοιδορήσουμε μια απόφαση της ελληνικής Κυβέρνησης η οποία δείχνει το δρόμο στους λαούς της Ευρώπης για να συμμετάσχουν σε μια άλλη Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ο Γκλέν στους FINANCIAL TIMES λέει τα ίδια. Από την Αυστραλία μέχρι την «L’ ECHOS» του Βελγίου λένε τα ίδια. Ο Γερμανικός Σύνδεσμος Βιομηχανιών κρίνει ότι ήταν χρήσιμη η απόφαση για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Γι’ αυτά δεν ενημερώνεται η Ελλάδα.

Και το κυριότερο όλων, ο μεγαλύτερος εν ζωή φιλόσοφος στη Γερμανία, ο Γιούργκεν Χάμπερμας σε άρθρο του με τον τίτλο: «Να σώσουμε την αξιοπρέπεια της δημοκρατίας» διακηρύσσει ότι ο τραγικός ήρωας – αυτός είναι ο Παπανδρέου και η ελληνική Κυβέρνηση – υποδεικνύει στους λαούς της Ευρώπης, που αισθάνονται μακριά από το Ιερατείο των Βρυξελλών, τον σωστό δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε για να ξαναπροσδιορίσουμε τις τύχες μιας άλλης Ευρώπης. Μιας Ευρώπης που η εναρμόνισή της δεν προσδιορίζεται με βάση την ανταγωνιστικότητα, αλλά την κοινωνική συνοχή.

Κλείνω το κεφάλαιο αυτό, διότι θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να ξανακάνουμε την ίδια συζήτηση αργότερα. Όπως ξέρετε μετά τη Σύνοδο Κορυφής της 9ης Δεκεμβρίου 2011, οι Ιρλανδοί δήλωσαν ότι την επόμενη περίοδο θα πάρουν απόφαση, εάν θα κάνουν δημοψήφισμα με το ερώτημα ναι ή όχι στο ευρώ. Το δικό μας δημοψήφισμα δεν θα είχε αυτό το ερώτημα. Το ερώτημα θα ήταν ναι η όχι στη δανειακή σύμβαση.

Η Ιρλανδία θα αποφασίσει. Ενδεχομένως οι τρεις χώρες που προσχώρησαν τελευταίες στη συμφωνία της 9ης Δεκεμβρίου 2011, μιλάω για την Τσεχία, τη Σουηδία και τη Δανία, να αποφασίσουν και αυτές δημοψήφισμα.

Συνεπώς, θα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον  να επαναλάβουμε τη συζήτηση, όταν λάβουν και οι άλλοι αποφάσεις. Πρέπει όμως να ομολογήσουμε κάτι. Και αυτό θα έπρεπε κανονικά όλους να μας καθιστά συντετριμμένους. Θα πρέπει να ομολογήσουμε, με πρώτον εμένα που χρειάστηκε πολύ καιρό μέσα μου να το παλέψω, ότι στο δίλημμα αγορές ή δημοκρατία, ηττηθήκαμε από τις αγορές, ηττήθηκε η δημοκρατία, ναι ηττηθήκαμε.

Τώρα για την πορεία της χώρας. Το PSI είναι αναγκαία προϋπόθεση για να πετύχει η χώρα. Η δανειακή σύμβαση είναι αναγκαία προϋπόθεση επίσης. Αλλά και να πετύχει, συντρόφισσες και σύντροφοι, το PSI και η δανειακή σύμβαση, αν συνεχίσουμε να εφαρμόζουμε την ίδια πολιτική, το ίδιο σχήμα που έχουμε επιλέξει εδώ και 2,5 χρόνια, η χώρα θα ερημοποιηθεί.

Για να πετύχουμε πρέπει να αλλάξουν κρίσιμες πτυχές της ασκούμενης πολιτικής. Μια από τις πιο κρίσιμες πτυχές της είναι να ληφθούν αποφάσεις, οι οποίες πολεμούν ευθέως την ύφεση, να πάμε δηλαδή σε αντι-υφεσιακή πολιτική, γιατί το υφεσιακό σπιράλ μας πιέζει προς τα κάτω.

Μπορεί να αποφασιστεί μόνον από ένα η μεταβολή κρίσιμων τομέων της πολιτικής που ασκούμε, αυτή η αντι-υφεσιακή πολιτική, διαρθρώνοντας την  σε σοβαρές θεσμικές και διαρθρωτικές μεταβολές; Από ένα μόνον όχι.

Γι’ αυτό ακριβώς και το μέλημά μας θα έπρεπε να είναι αυτή την περίοδο, ποιες είναι οι πολιτικές που ασκούμε για τη χώρα και όχι εμείς. Αυτή την περίοδο έπρεπε να ασχολούμαστε με την αξιοπρέπεια και την επιβίωση της χώρας και όχι με πρόσωπα.

Πήραμε τον Παπανδρέου και τον βάλαμε στην άκρη. Πολύ ωραία, «ευτυχές γεγονός». Ήρθε ένας άλλος, ο καλύτερος όλων μας, όποιον εσείς κρίνετε, αλλά εφαρμόζει την ίδια πολιτική. Αισθάνεστε, ότι δεν θα συμβεί αυτό που μόλις πριν ανακοίνωσε η Βάσω Παπανδρέου, ότι δηλαδή θα είναι το ίδιο σκληρή η απάντηση του κόσμου απέναντι σε διαφορετικό πρόσωπο, την ώρα που το ΠΑΣΟΚ ασκεί την ίδια πολιτική;

Κατά την άποψή μου θα έπρεπε τώρα να προτείνουμε, όσο κάνει τη δουλειά της η Κυβέρνηση Παπαδήμου, στο σύνολο των πολιτικών κομμάτων, να συζητήσουμε μια ελάχιστη συμφωνία εθνικής επιβίωσης.

Το κάθε κόμμα θα κρατήσει το προγραμματικό του πλαίσιο και την επιδίωξή του, αλλά χρειάζεται να συμφωνήσουμε μια ελάχιστη εθνική συμφωνία, που θα πρέπει να περιλαμβάνει τέσσερις άξονες:

  1. Προστασία των εισοδημάτων και, ει δυνατόν, ενίσχυση των χαμηλών εισοδημάτων.
  2. Ρευστότητα της αγοράς.  Έχουμε αποφασίσει ότι θα κάνουμε ανακεφαλαιοποίηση με κοινές μετοχές. Αν τα 35 με 40 δισεκατομμύρια που θα δοθούν στις ελληνικές τράπεζες για την ανακεφαλαιοποίηση δεν πάνε στην αγορά, η αγορά έχει τελειώσει. Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα είναι η επόμενη πολιτική σύγκρουση, αν δεν συνοδεύεται από κοινές μετοχές. Άρα, το σύνολο του τραπεζικού συστήματος περνά στον άμεσο έλεγχο του δημοσίου. Σε αυτό να μείνουμε σταθεροί. Ο έλεγχος του δημοσίου στις τράπεζες μπορεί να κατευθύνει ένα τμήμα της ανακεφαλαιοποίησης άμεσα στην αγορά.
  3. Δημιουργία εθνικού μηχανισμού για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, προκειμένου να εξασφαλίσουμε μεγαλύτερη φορολογική βάση για την είσπραξη εσόδων.
  4. Αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, για να χρηματοδοτηθούν προγράμματα, που αφορούν τη νεανική αγροτική επιχειρηματικότητα, την κοινωνική οικονομία κ.α.

Δεν έχω χρόνο για να αναλύσω το καθένα απ’ αυτά. Πάνω σ’ αυτούς τους τέσσερις άξονες μπορούμε να θεμελιώσουμε μια ελάχιστη εθνική συμφωνία επιβίωσης. Αυτή  είναι η εισήγησή μου στο Εθνικό Συμβούλιο. Τα κόμματα πρέπει να συμφωνήσουν, ξεκινώντας κυρίως από το ερώτημα, που δεν το εύχεται κανένας μας, τι θα συμβεί, αν αποτύχει το PSI;

Συντρόφισσες και σύντροφοι, δεν γνωρίζω, αν από τις 11 Νοεμβρίου που σχηματίστηκε η Κυβέρνηση Παπαδήμου μέχρι τις 25 Δεκεμβρίου, ημέρα των Χριστουγέννων, μπορούσαμε να αναδιατάξουμε το Κόμμα, αν είχε παραιτηθεί ο Παπανδρέου. Διότι σας θυμίζω, ότι εν τω μεταξύ έπρεπε να συζητηθούν στη Βουλή οι προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης Παπαδήμου και μετά να ψηφισθεί ο προϋπολογισμός.

Πιθανόν να κάνω λάθος. Να έχω συλλάβει λάθος τα χρώματα της ίριδας και της εποχής. Γνωρίζω, όμως ότι θα μπορούσαμε από πολύ νωρίς να ασχολούμαστε με τις αναθεωρήσεις της πολιτικής μας.

Φτάσαμε στο σημείο που είμαστε σήμερα. Θα πρέπει να εξασφαλίσουμε πράγματι ότι δεν θα υπάρξουν ταπεινωτικές διαδικασίες που ευτελίζουν μια κατ’ εξοχήν δημοκρατική επιλογή, την εκλογή του Προέδρου από τη βάση. Στην Εθνική Συνδιάσκεψη είναι ο κρίσιμος χώρος, πριν από την εκλογή του Προέδρου, για να διατυπώσει καθένας από εμάς την προγραμματική του πρόταση για το μέλλον της χώρας και του Κινήματός μας.

Θα πρέπει να βρούμε ένα τρόπο να μην εμπλακούμε σε περιττούς ανταγωνισμούς. Αυτό θα ήταν μεγάλη μικροπρέπεια σε συνθήκες κρίσης της χώρας. Ασφαλώς, όσοι σύντροφοι είναι στην Κυβέρνηση, έχουν ένα μειονέκτημα σε σχέση με αυτούς που είναι εκτός Κυβέρνησης.

Γι’ αυτό και είναι απολύτως σωστό, να μην υπάρξει καμία απολύτως προεκλογική κίνηση με εντολή του Πολιτικού Συμβουλίου και του Εθνικού Συμβουλίου. Θα προσέθετα, κατά αντίστροφη φορά, ότι δεν αρμόζει σε όσους συμμετέχουν στην Κυβέρνηση να αξιοποιήσουν το κράτος ενόψει της εκλογής Προέδρου.

Κλείνω με μια παρατήρηση.  Είμαστε στο όριο των καιρών, όπως είπα στην αρχή της ομιλίας μου, είμαστε όλοι πιεσμένοι, στενοχωρημένοι, αλλά δεν υπάρχει ελπίδα; Ο Τσόμσκι έγραψε σε ένα εξαιρετικό κείμενό του ότι αν πιστέψουμε πως δεν υπάρχει ελπίδα, τότε θα εξασφαλίσουμε πως δεν υπάρχει ελπίδα.

Ελπίδα υπάρχει. Είμαστε όλοι εμείς, αρκεί να διαχειριστούμε με πολύ μεγάλη εντιμότητα την αλήθεια. Να είστε καλά.

Advertisement