Ομιλία του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας & Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Χάρη Καστανίδη κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για το πόρισμα της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής «για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά πρώην Υπουργών για την ενδεχόμενη τέλεση αδικημάτων, σχετικά με την υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου»
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ζήτησα το λόγο για να απαντήσω σε ορισμένα θέματα πολιτικά που ετέθησαν. Ως νομικός πρέπει να σας πω ότι έχω εξαιρετικό ενδιαφέρον, όπως όλοι οι νομικοί, να σχολιάσω νομικά ζητήματα που τέθηκαν από συναδέλφους, αλλά δεν θα επιτρέψω ποτέ στον εαυτό μου λόγω του θεσμικού μου ρόλου, όχι απλά ως εκπροσώπου της Κυβέρνησης αλλά ως Υπουργού Δικαιοσύνης, να σχολιάσω τέτοια θέματα, διότι πιστεύω ότι αυτό θα ήταν άκομψο κατά πάσα έννοια. Άλλωστε είναι διαδικασία κοινοβουλευτική και όχι διαδικασία στην οποία εισηγείται η Κυβέρνηση.
Πρώτα απ’ όλα ετέθη το ερώτημα εάν η Βουλή μπορεί να αποφασίσει, να αποφανθεί για τα ζητήματα παραγραφής. Δεν θα υπεισέλθω στο ουσιαστικό θέμα της εξάλειψης του αξιοποίνου, συνεπής σ’ αυτό που μόλις πριν είπα. Βεβαιότατα η Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης όπως και η Ολομέλεια μπορούν να αποφανθούν επί του ζητήματος της εξάλειψης του αξιοποίνου. Κατά τον ίδιο τρόπο όμως δικαιούται και υποχρεούται να αποφανθεί στο θέμα της εξάλειψης του αξιοποίνου, ανεξαρτήτως της τοποθετήσεως της Ολομέλειας της Βουλής, και το Δικαστικό Συμβούλιο και το Ειδικό Δικαστήριο. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι η τοποθέτηση της Βουλής ακυρώνει τη δυνατότητα του Δικαστικού Συμβουλίου ή του Ειδικού Δικαστηρίου να αποφανθεί, όπως δεν σημαίνει ότι η παράλειψη της Ολομέλειας να αποφανθεί συνιστά ελάττωμα της σύνολης διαδικασίας.
Δεύτερον, θα μπορούσε κανείς να αντιμετωπίσει το θέμα της μονής Βατοπεδίου με τρεις τρόπους.
Ο ένας τρόπος είναι αυτός περίπου που εισηγήθηκε ο Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού. Ότι όλη αυτή η υπόθεση είναι μια υπόθεση πλημμελειών κατά την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων και συνεπώς καλό θα ήταν να κάνουμε προσπάθεια όλοι μαζί να ξεπεράσουμε τις πλημμέλειες αυτές. Το ενδιαφέρον θα ήταν, όχι σε δημόσιο διάλογο, αλλά αν ο καθείς από εμάς σ’ έναν εσωτερικό μονόλογο έθετε το ερώτημα εάν περί αυτού πρόκειται, αν είναι δηλαδή κάποιες τυπικές πλημμέλειες που έγιναν κατά τη διαχείριση της υπόθεσης αυτής.
Πολύ δε περισσότερο θα ήταν ενδιαφέρον αυτό το ερώτημα να τεθεί στον ελληνικό λαό.
Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο κανείς μπορεί να αντιμετωπίσει το θέμα είναι να αναζητήσει με τη μεγαλύτερη δυνατή επιμέλεια, αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες.
Η οδός αυτή θεωρώ ότι είναι μία οδός ευθύνης.
Και η τρίτη λύση είναι να αντιμετωπίσεις το θέμα ως πολιτική σκευωρία. Την απάντηση για την υποτιθέμενη πολιτική σκευωρία θα ήθελα να την δώσω με τον εξής τρόπο. Εάν κανείς διαβεβαιώσει από την κυβερνητική πλευρά ή από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ότι κανένας μας δεν διακατέχεται από διάθεση προσωπικής διώξεως -και σας διαβεβαιώνω ότι από τις δυσκολότερες συζητήσεις ψυχολογικά και πολιτικά είναι αυτού του είδους οι συζητήσεις- πιθανότατα να αγνοούσατε αυτή τη διαβεβαίωση, γιατί αισθάνεστε ότι πολιτική σκοπιμότητα, οδηγεί σε τέτοια δήλωση.
Ας υποθέσουμε ότι ισχύει το επιχείρημα ότι σε συνθήκες έκτακτες -γιατί ακούστηκε κατά κόρον αυτό το επιχείρημα- θα έπρεπε χάριν της συναινέσεως να συμφωνήσουμε σήμερα…
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Ποιος το είπε αυτό;
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Ειπώθηκε προηγουμένως.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Να εξηγήσετε ποιος το είπε.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Το είπε προηγουμένως ο κ. Καρατζαφέρης.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Πότε το είπε;
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Ειπώθηκε. Επαναλαμβάνω, ειπώθηκε. Δεν αναφέρομαι σε κάτι το οποίο δεν ειπώθηκε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Να κοιτάτε εκεί από όπου ελέχθη.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Καλά, αν θέλετε να κοιτάω προς τα εκεί, πολύ ευχαρίστως.
Έστω, λοιπόν, ότι χάριν της συναινέσεως θα έπρεπε να γίνει μία συμφωνία. Θέλω να πιστεύω ότι κανείς σ’ αυτό τον τόπο, που αντιλαμβάνεται με κριτήριο το εθνικό συμφέρον την ανάγκη συναίνεσης ενόψει της οικονομικής κρίσης, θα την αναζητούσε ποτέ επ’ ανταλλάγματι.
Εάν καταλήγαμε σε μία τέτοια συμφωνία και μάλιστα μετά από τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, στις οποίες κατεδείχθη ότι σημαντικό ποσοστό του ελληνικού λαού δεν προσήλθε στην κάλπη, διότι προφανώς μ’ αυτό τον τρόπο έκρινε ότι πρέπει να εκφράσει ενεργό κριτική και να αμφισβητήσει το πολιτικό σύστημα, αντιλαμβάνεσθε ποια θα ήταν η ζημία σε βάρος του πολιτικού συστήματος; Ο πολίτης, ο οποίος γενικά απαιτεί κανόνες διαφάνειας και τη διαλεύκανση σκανδαλωδών υποθέσεων, θα εξελάμβανε την πολιτική συμφωνία για τη μη δίωξη πρώην υπουργών ως ανάξια της απαίτησής του για την αποκατάσταση της πολιτικής ηθικής. Θα ήταν νέο πλήγμα σε βάρος της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος.
Γι’ αυτό ακριβώς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει μεγάλο ενδιαφέρον όλοι μας με αυτοσυνειδησία και με πολύ μεγάλη προσοχή να σκύψουμε στο πρόβλημα και να κρίνουμε, συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα, νομικά και πολιτικά.
Είναι δύσκολες οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες τις οποίες αντιμετωπίζει η χώρα, ο πολιτικός κόσμος και ο ελληνικός λαός. Η τελευταία, σας διαβεβαιώνω, που θα ήθελε να πριμοδοτήσει υψηλούς τόνους ή αντιπαράθεση είναι η Κυβέρνηση και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αλλά, παρότι είμαστε οι τελευταίοι που θα θέλαμε να σηκώσουμε τους τόνους, θα ήθελα να υπομνήσω ότι είναι επίσης μεγάλη ανάγκη όλοι μαζί, να υπηρετήσουμε την ανάγκη του πολιτικού συστήματος να μην αφήσουμε σκοτεινή πτυχή σε καμία υπόθεση.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Πρώτα απ’ όλα ετέθη το ερώτημα εάν η Βουλή μπορεί να αποφασίσει, να αποφανθεί για τα ζητήματα παραγραφής. Δεν θα υπεισέλθω στο ουσιαστικό θέμα της εξάλειψης του αξιοποίνου, συνεπής σ’ αυτό που μόλις πριν είπα. Βεβαιότατα η Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης όπως και η Ολομέλεια μπορούν να αποφανθούν επί του ζητήματος της εξάλειψης του αξιοποίνου. Κατά τον ίδιο τρόπο όμως δικαιούται και υποχρεούται να αποφανθεί στο θέμα της εξάλειψης του αξιοποίνου, ανεξαρτήτως της τοποθετήσεως της Ολομέλειας της Βουλής, και το Δικαστικό Συμβούλιο και το Ειδικό Δικαστήριο. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι η τοποθέτηση της Βουλής ακυρώνει τη δυνατότητα του Δικαστικού Συμβουλίου ή του Ειδικού Δικαστηρίου να αποφανθεί, όπως δεν σημαίνει ότι η παράλειψη της Ολομέλειας να αποφανθεί συνιστά ελάττωμα της σύνολης διαδικασίας.
Δεύτερον, θα μπορούσε κανείς να αντιμετωπίσει το θέμα της μονής Βατοπεδίου με τρεις τρόπους.
Ο ένας τρόπος είναι αυτός περίπου που εισηγήθηκε ο Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού. Ότι όλη αυτή η υπόθεση είναι μια υπόθεση πλημμελειών κατά την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων και συνεπώς καλό θα ήταν να κάνουμε προσπάθεια όλοι μαζί να ξεπεράσουμε τις πλημμέλειες αυτές. Το ενδιαφέρον θα ήταν, όχι σε δημόσιο διάλογο, αλλά αν ο καθείς από εμάς σ’ έναν εσωτερικό μονόλογο έθετε το ερώτημα εάν περί αυτού πρόκειται, αν είναι δηλαδή κάποιες τυπικές πλημμέλειες που έγιναν κατά τη διαχείριση της υπόθεσης αυτής.
Πολύ δε περισσότερο θα ήταν ενδιαφέρον αυτό το ερώτημα να τεθεί στον ελληνικό λαό.
Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο κανείς μπορεί να αντιμετωπίσει το θέμα είναι να αναζητήσει με τη μεγαλύτερη δυνατή επιμέλεια, αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες.
Η οδός αυτή θεωρώ ότι είναι μία οδός ευθύνης.
Και η τρίτη λύση είναι να αντιμετωπίσεις το θέμα ως πολιτική σκευωρία. Την απάντηση για την υποτιθέμενη πολιτική σκευωρία θα ήθελα να την δώσω με τον εξής τρόπο. Εάν κανείς διαβεβαιώσει από την κυβερνητική πλευρά ή από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ότι κανένας μας δεν διακατέχεται από διάθεση προσωπικής διώξεως -και σας διαβεβαιώνω ότι από τις δυσκολότερες συζητήσεις ψυχολογικά και πολιτικά είναι αυτού του είδους οι συζητήσεις- πιθανότατα να αγνοούσατε αυτή τη διαβεβαίωση, γιατί αισθάνεστε ότι πολιτική σκοπιμότητα, οδηγεί σε τέτοια δήλωση.
Ας υποθέσουμε ότι ισχύει το επιχείρημα ότι σε συνθήκες έκτακτες -γιατί ακούστηκε κατά κόρον αυτό το επιχείρημα- θα έπρεπε χάριν της συναινέσεως να συμφωνήσουμε σήμερα…
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Ποιος το είπε αυτό;
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Ειπώθηκε προηγουμένως.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Να εξηγήσετε ποιος το είπε.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Το είπε προηγουμένως ο κ. Καρατζαφέρης.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Πότε το είπε;
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Ειπώθηκε. Επαναλαμβάνω, ειπώθηκε. Δεν αναφέρομαι σε κάτι το οποίο δεν ειπώθηκε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ: Να κοιτάτε εκεί από όπου ελέχθη.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): Καλά, αν θέλετε να κοιτάω προς τα εκεί, πολύ ευχαρίστως.
Έστω, λοιπόν, ότι χάριν της συναινέσεως θα έπρεπε να γίνει μία συμφωνία. Θέλω να πιστεύω ότι κανείς σ’ αυτό τον τόπο, που αντιλαμβάνεται με κριτήριο το εθνικό συμφέρον την ανάγκη συναίνεσης ενόψει της οικονομικής κρίσης, θα την αναζητούσε ποτέ επ’ ανταλλάγματι.
Εάν καταλήγαμε σε μία τέτοια συμφωνία και μάλιστα μετά από τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, στις οποίες κατεδείχθη ότι σημαντικό ποσοστό του ελληνικού λαού δεν προσήλθε στην κάλπη, διότι προφανώς μ’ αυτό τον τρόπο έκρινε ότι πρέπει να εκφράσει ενεργό κριτική και να αμφισβητήσει το πολιτικό σύστημα, αντιλαμβάνεσθε ποια θα ήταν η ζημία σε βάρος του πολιτικού συστήματος; Ο πολίτης, ο οποίος γενικά απαιτεί κανόνες διαφάνειας και τη διαλεύκανση σκανδαλωδών υποθέσεων, θα εξελάμβανε την πολιτική συμφωνία για τη μη δίωξη πρώην υπουργών ως ανάξια της απαίτησής του για την αποκατάσταση της πολιτικής ηθικής. Θα ήταν νέο πλήγμα σε βάρος της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος.
Γι’ αυτό ακριβώς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει μεγάλο ενδιαφέρον όλοι μας με αυτοσυνειδησία και με πολύ μεγάλη προσοχή να σκύψουμε στο πρόβλημα και να κρίνουμε, συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα, νομικά και πολιτικά.
Είναι δύσκολες οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες τις οποίες αντιμετωπίζει η χώρα, ο πολιτικός κόσμος και ο ελληνικός λαός. Η τελευταία, σας διαβεβαιώνω, που θα ήθελε να πριμοδοτήσει υψηλούς τόνους ή αντιπαράθεση είναι η Κυβέρνηση και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αλλά, παρότι είμαστε οι τελευταίοι που θα θέλαμε να σηκώσουμε τους τόνους, θα ήθελα να υπομνήσω ότι είναι επίσης μεγάλη ανάγκη όλοι μαζί, να υπηρετήσουμε την ανάγκη του πολιτικού συστήματος να μην αφήσουμε σκοτεινή πτυχή σε καμία υπόθεση.
Σας ευχαριστώ πολύ.