Ομιλία του Χάρη Καστανίδη στο Έκτακτο Συνέδριο της ΕΝΑΕ

Κύριε Υπουργέ, κύριοι συνάδελφοι στη Βουλή, εκπρόσωποι των πολιτικών Κομμάτων, κύριε Πρόεδρε του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κυρίες και κύριοι, θα ήθελα εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ, να ευχηθώ να είναι το Συνέδριό σας απολύτως παραγωγικό και να προσφέρει πολλές ιδέες στη δημόσια συζήτηση που ήδη διεξάγεται για τη διοικητική μεταρρύθμιση.
Οφείλω, εξ αρχής να πω, ότι προσέρχομαι, εκπροσωπώντας το ΠΑΣΟΚ, για να συνεισφέρω στο διάλογό σας με ορισμένες πρωταρχικές σκέψεις. Ελπίζω να φανούν αυτές οι σκέψεις χρήσιμες. Άλλωστε εμείς ήδη μετά από τη χθεσινή συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του Κόμματός μας, ανακοινώσαμε τις πρώτες κατευθυντήριες αρχές για τη συνολική διοικητική μεταρρύθμιση.
Άκουσα πολύ ευχάριστα τον Πρόεδρο της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων κ. Δράκο, να περιγράφει ορισμένες αρχές που αφορούν τη μελλοντική Αυτοδιοίκηση του Β’ βαθμού, αρχές με τις οποίες  συμφωνώ. Θα επιχειρήσω απλώς λίγο περισσότερο να συμβάλλω στο διάλογό σας.
Το δε πλαίσιο το οποίο παρουσίασε ο Πρόεδρος της ΚΕΔΚΕ ο κ. Κακλαμάνης, και αφορά όχι μόνο τον Β’ αλλά και τον Α’ βαθμό, περιέχει επίσης αξιοσημείωτες αρχές, για τις οποίες δεν θα μπορούσαμε να εκφράσουμε τη διαφωνία μας.
Η ελπίδα μου ήταν μέχρι πριν από λίγο –ελπίζω να συμβεί αυτό από τον Υπουργό των Εσωτερικών- ότι και τα πολιτικά Κόμματα προσερχόμενα στο Συνέδριό σας θα εξέφραζαν κάτι περισσότερο από όσα ακούστηκαν μέχρι στιγμής.
Κυρίες και κύριοι, κάθε κυβερνόν Κόμμα οφείλει να αντιλαμβάνεται με  θετικό τρόπο το παρόν και κυρίως να ανοίγει μελλοντικές προοπτικές. Τελευταία είναι η υποχρέωση του κυβερνώντος Κόμματος να ανατρέχει στο παρελθόν και να το κρίνει, μετά από δυο εκλογικές αναμετρήσεις, με όρους που μου φάνηκαν ιδιαίτερα σκληροί, όπως «ιδιοτέλεια» και άλλα τινά.
Η αντιπολίτευση συνήθως κρίνει το παρόν. Παρ’ όλα αυτά θα επιχειρήσω ως εκπρόσωπος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να εκφράσω μερικές σκέψεις που αφορούν το μέλλον.
Μου αρέσει και είναι αποδεκτή αυτή η συμπεριφορά, να εμφανίζονται ως υπέρμαχοι διαφόρων διοικητικών μεταρρυθμίσεων του παρελθόντος -μεταξύ αυτών και η ίδρυση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης- με καθυστέρηση μερικών ετών, όσοι κατά τη δημιουργία των θεσμών αυτών, ήταν απολύτως αρνητικοί. Το εκλαμβάνω ως μια δημιουργική αναμόχλευση του παρελθόντος και μια στάση αυτοκριτικής.
Πράγματι τα Κόμματα μπορούν να αλλάζουν άποψη και εκεί που το 1993 ή ’94 αρνούνταν τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, σήμερα να την κρίνουν θετικά και μάλιστα από προωθημένες θέσεις. Σας διαβεβαιώνω δε ότι το λέω απολύτως θετικά, δεν υπέχει κανένα υπαινιγμό η διατύπωσή μου.
Όπως επίσης θεωρώ θετικό ότι για τις συνενώσεις – για τις οποίες θυμάμαι ότι γινόταν ένας σκληρότατος, πλην έντιμος διάλογος –  έχει εγκαταλειφθεί η θέση που ορισμένοι διατύπωναν, ότι μετά την εφαρμογή του «Καποδίστρια», θα αναλάμβαναν την υποχρέωση να μετατρέψουν ξανά τους Καποδιστριακούς Δήμους σε Κοινότητες!
Επαναλαμβάνω, ότι αυτό είναι μια θετική στάση, διότι τα πολιτικά Κόμματα πρέπει να αξιοποιούν το παρελθόν, να διδάσκονται και να συμβάλλουν σε μια δημιουργική και θετική προοπτική.
Το έκτακτο θεματικό Συνέδριό σας γίνεται σε μια απολύτως κρίσιμη στιγμή, διότι επίκειται η έναρξη του διαλόγου για τη διοικητική μεταρρύθμιση. Η πρώτη υποχρέωσή μας είναι να απαντήσουμε, ποιες είναι οι βασικές, οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις μιας ουσιώδους διοικητικής μεταρρύθμισης και από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και στους δυο βαθμούς της υπάγεται στη σύνολη διοικητική διάταξη της χώρας. Άρα, όταν μιλάμε για διοικητική μεταρρύθμιση, μιλάμε για μια σύνολη διοικητική μεταρρύθμιση, που ασφαλώς περιλαμβάνει και τους δυο βαθμούς Αυτοδιοίκησης.
Η πρώτη θεμελιώδης προϋπόθεση μιας πραγματικής και ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης, είναι ότι η μεταρρύθμιση πρέπει να αφορά το σύνολο των διοικητικών δομών της χώρας μας, δηλαδή πρέπει να αφορά πρώτα απ’ όλα το κεντρικό κράτος και τις δομές του και ασφαλώς πρέπει να αφορά την ενδυνάμωση της Αυτοδιοίκησης και των δυο βαθμών.
Εάν επιχειρήσουμε –και το “επιχειρήσουμε” δεν αφορά σε πρώτο πληθυντικό ενδεχόμενες θέσεις της Κυβέρνησης, περιλαμβάνει όλους μας- να προβούμε σε διευθετήσεις που αφορούν τους δυο βαθμούς Αυτοδιοίκησης μεταρρυθμίζοντας το πλαίσιο λειτουργίας τους, αλλά πάντως μόνο το δικό τους πλαίσιο λειτουργίας και ξεχάσουμε την ασφυκτική και πιο συγκεντρωτική κρατική δομή που υπάρχει στην Ευρώπη, δεν θα έχουμε κάνει απλώς μια ατελή διοικητική μεταρρύθμιση, στην πράξη δεν θα υπάρχει  μεταρρύθμιση.
Δεύτερη θεμελιώδης προϋπόθεση για μια ουσιαστική διοικητική μεταρρύθμιση είναι να αντιμετωπίσουμε το οικονομικό πρόβλημα της Αυτοδιοίκησης από σήμερα. Εάν επιχειρήσουμε να ανακυκλώσουμε σε διευρυμένη κατά την αρμοδιότητα Αυτοδιοίκηση, δηλαδή στον ισχυρό Δήμο ή στην Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση, τη σημερινή οικονομική μιζέρια της Αυτοδιοίκησης, θα έχουμε καταφέρει να διατηρήσουμε τα ίδια προβλήματα.
Άρα η δεύτερη ουσιώδης προϋπόθεση συνδέεται με μια γενναία στάση για την οικονομική αυτοτέλεια της Αυτοδιοίκησης. Το λέει ένας άνθρωπος εκπροσωπώντας το κόμμα του, το οποίο άνοιξε όλη την ουσιαστική συζήτηση για τη μεταρρύθμιση στον Α΄ και στο Β΄ βαθμό, αλλά δεν εκπλήρωσε στο ακέραιο τις υποχρεώσεις του έναντι της Αυτοδιοίκησης.
Ως εκ τούτου, ισχυρίζομαι, ότι υπήρξε θεσμική τομή από το ΠΑΣΟΚ, άνοιξε μία σοβαρή προοπτική για την Αυτοδιοίκηση, μια όμως προοπτική που δεν ολοκληρώθηκε. Αυτό σημαίνει ότι αν παραμείνει η προηγούμενη διοικητική μεταρρύθμιση ατελής, η ατέλεια αυτή  θα μεταφερθεί και στο μέλλον.
Θα δώσω ένα παράδειγμα. Και επειδή θέλω να αποφύγω εκτιμήσεις είτε προσωπικές είτε του κόμματός μου, θα αναφερθώ σε αυτά που επισήμως ισχυρίζεται η διοίκηση της ΕΝΑΕ.
Πριν από λίγο καιρό ο Υπουργός Οικονομίας ανακοίνωσε ότι θα δώσει 120 εκατομμύρια € ενίσχυση στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, 70 εκατομμύρια € φέτος και άλλα 50 εκατομμύρια € του χρόνου, για να αντιμετωπιστούν προβλήματα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης εξαιτίας της μεταβίβασης συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων. Από τη μεταφορά των μαθητών μέχρι τη συντήρηση του οδικού δικτύου.
Σύμφωνα με το έγγραφο που απέστειλε στον Υπουργό Οικονομικών η διοίκηση της ΕΝΑΕ, μόνο για το 2007, οι υποχρεώσεις για τη μεταφορά των μαθητών ανέρχονταν σε 90,5 εκατομμύρια €. Και μόνο οι άμεσες ανάγκες για τη συντήρηση του οδικού δικτύου λόγω της μεταβιβασθείσας αρμοδιότητας ήταν 150 εκατομμύρια €. Δεν αναφέρομαι σε άλλα.
Αν λοιπόν αθροίσει κανείς τα δύο ποσά, τότε αντιλαμβάνεται ότι η ενίσχυση σε δύο μάλιστα δόσεις –και δεν αναφέρομαι στα τρέχοντα άλλα έξοδα και ανάγκες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης- ήταν προφανώς πολύ μικρότερη της προσδοκίας και της πρότασης που η διοίκηση της ΕΝΑΕ έκανε, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου.
Αν συνεπώς παραμείνουμε στη διαχείριση των οικονομικών με τρόπο που δυσκολεύει τους υφιστάμενους δύο βαθμούς της Αυτοδιοίκησης, αν δεν επιλύσουμε δηλαδή το πρόβλημα τώρα και το μεταφέρουμε στο μέλλον, σημαίνει ότι θα αναπαράξουμε τα ίδια προβλήματα και στους νέους θεσμούς.
Ανάλογα παραδείγματα μη λυσιτελούς και αποφασιστικής χρηματοδότησης της Νομαρχιακής και της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκηση δεν έχουμε μόνο τώρα, είχαμε και στο παρελθόν.
Όπως, λοιπόν, προηγουμένως χαρακτήριζα ως θετική την  επανεκτίμηση του κυβερνώντος κόμματος για θεσμούς που καταπολέμησε, κατά τον ίδιο θετικό τρόπο ελπίζω να εκλάβετε και την αυτοκριτική μας, για όσα έπρεπε να γίνουν και δεν ολοκληρώθηκαν. Πρέπει ο καθένας να αξιοποιεί τα παραδείγματα και τις διδαχές του παρελθόντος, αν όντως έχει την πρόθεση μιας πραγματικής, ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης.
Η τρίτη θεμελιώδης προϋπόθεση είναι το εκλογικό σύστημα. Γνωρίζετε καλά ότι στη Βουλή διεξήχθη συζήτηση, κατά την οποία το σύνολο των πολιτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης ήταν αντίθετο προς την επιλογή του 42%. Αν σκεφτούμε ότι πρέπει πραγματικά να ενδυναμώσουμε την αντιπροσωπευτική νομιμοποιητική βάση δύο νέων βαθμών Αυτοδιοίκησης, τότε πρέπει πάση θυσία –και αυτός είναι απαράβατος όρος- να αλλάξουμε το εκλογικό σύστημα, μέσω του οποίου θα διαμορφώνονται ευρείες πλειοψηφίες στήριξης τόσο της Α΄  όσο και της Β’ βαθμίδας της Αυτοδιοίκησης .
Συνεπώς, για το κόμμα που εκπροσωπώ, η τρίτη αυτή προϋπόθεση ενός άλλου εκλογικού συστήματος που διευρύνει την αντιπροσωπευτική βάση και νομιμοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους δύο βαθμούς Αυτοδιοίκησης είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Κυρίες και κύριοι, λίγες σκέψεις για το πώς αντιλαμβανόμαστε εμείς τη διοικητική μεταρρύθμιση, μετά τις τρεις ουσιώδεις προϋποθέσεις που περιέγραψα. Ξεκινάω από εκεί που άρχισα. Ριζικός μετασχηματισμός, βαθύς μετασχηματισμός του κεντρικού κράτους. Πρέπει να φύγουμε από τη συγκεντρωτική ασφυξία που πληγώνει και δεσμεύει δημιουργικές δυνάμεις και δυνατότητες σε όλη τη χώρα και κυρίως στην περιφέρεια.
Το κεντρικό κράτος πρέπει –και αυτός είναι ο πρώτος στόχος της μεταρρύθμισης- να μετατραπεί, να μετασχηματιστεί σε ένα κράτος στρατηγείο, σε ένα επιτελικό κράτος, το οποίο διατηρεί μόνο τις πολιτικές που έχουν εθνική διάσταση, τίποτε άλλο. Άμυνα, εξωτερική πολιτική, δημόσια τάξη – ασφάλεια, δημοσιονομική γενική πολιτική, αναπτυξιακή πολιτική, δικαιοσύνη.
Εφαρμογή του ισχύοντος ήδη τεκμηρίου αρμοδιότητας υπέρ της Αυτοδιοίκησης που προβλέπει το Σύνταγμά μας και το οποίο μηδέποτε μέχρι στιγμής εφαρμόστηκε. Ό,τι δεν περιγράφεται ως αρμοδιότητα του κεντρικού κράτους είναι αρμοδιότητα της Αυτοδιοίκησης.
Δεύτερον. Πιστεύουμε στον ισχυρό Δήμο. Αυτός είναι ο Α΄ βαθμός Αυτοδιοίκησης. Και ο ισχυρός Δήμος, κατά την άποψή μας, είναι ο Δήμος που προέρχεται από την επίδραση και την ευεργεσία τριών ταυτόχρονα παραγόντων.
Ο ισχυρός Δήμος προέρχεται από την ευεργεσία της οικονομικής αυτοτέλειας, την ευεργεσία της στήριξης με απόλυτο τρόπο των διοικητικών μηχανισμών του και των συνενώσεων. Και θα χρειαστεί ο αναπροσδιορισμός ανθρωπογεωγραφικών ενοτήτων.
Αυτός ο ισχυρός Δήμος πρέπει όμως να αποτελέσει αντικείμενο ενός εξαντλητικού και ευρέος εθνικού διαλόγου. Ενός διαλόγου που θα κατατείνει, στη βάση ενός συγκεκριμένου σχεδιασμού, στη συναίνεση, συναίνεση που μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο εάν σεβαστούμε τις τοπικές κοινωνικές ιδιαιτερότητες και ευαισθησίες. Εάν δεν τις σεβαστούμε –και έχουμε εμπειρίες του παρελθόντος- τότε θα υπάρξει διακοπή, ενώ αντίθετα χρειαζόμαστε την αδιατάραχτη συναίνεση όλων.
Και για να αποφύγουμε εκλογικές ιδιοτέλειες και αθέμιτες κομματικές επεμβάσεις και επιρροές ή επιρροές φυλάρχων, υιοθετούμε απολύτως την πρόταση, την οποία άκουσα με πολύ μεγάλη χαρά να επαναλαμβάνει ο Πρόεδρος της ΚΕΔΚΕ κ. Κακλαμάνης, ότι χρειάζονται και σαφή κριτήρια αλλά κυρίως αξιόπιστος μηχανισμός που θα παρακολουθεί τη  συναινετική διαμόρφωση  των διοικητικών ορίων, τόσο του Α΄ όσο και του Β΄ βαθμού.
Τρίτον. Μιλούμε για την ανάγκη δημιουργίας μητροπολιτικής Αυτοδιοίκησης. Όχι μητροπολιτικών λειτουργιών ούτε μητροπολιτικών έργων. Μητροπολιτικής Αυτοδιοίκησης, που θα μπορεί να επιλύει προβλήματα που τέμνουν οριζόντια τον αστικό ιστό κυρίως στα μεγάλα πολεοδομικά κέντρα, Αθήνα, Θεσσαλονίκη. Να σας φέρω ένα παράδειγμα από την πατρίδα μου. Αν επιχειρήσει κανείς να συντονίσει συγκοινωνιακές και κυκλοφοριακές δράσεις στο πολεοδομικό συγκρότημα και στον υπόλοιπο νομό της Θεσσαλονίκης  θα αποτύχει, διότι δεν υπάρχει ούτε ένα κέντρο συντονισμού. Τουλάχιστον στην Αθήνα μπορεί το ΥΠΕΧΩΔΕ  να επεμβαίνει, παρ’ ότι δεν θα έπρεπε το ΥΠΕΧΩΔΕ να επεμβαίνει.
Η τέταρτη αρχή είναι ότι μιλάμε για μια νέα δεύτερη βαθμίδα Αυτοδιοίκησης, που θα είναι η περιφερειακή Αυτοδιοίκηση. Εδώ επιτρέψτε μου να  πω, ότι διαπίστωσα πως ο λόγος τον οποίο άκουσα προηγουμένως από τον εκπρόσωπο της ΝΔ -δεν αναφέρομαι στον κ. Δράκο, ο κ. Δράκος ήταν πολύ σαφής- παρέπεμπε σε περιφερειακή Αυτοδιοίκηση μόνο με  το συλλογικό όργανο αιρετό, χωρίς αιρετό περιφερειάρχη. Αν μπορώ να καταλάβω καλά, μάλλον το ίδιο θα επαναλάβει και ο Υπουργός των Εσωτερικών.
Αλλά δεν χρειάζεται να είμαστε τόσο φειδωλοί σε κάτι που κατά την άποψη μου ήδη κατακτάται με ενότητα τόσο στην ΕΝΑΕ όσο και στην ΚΕΔΚΕ. Εμείς λοιπόν μιλούμε για ισχυρή περιφερειακή Αυτοδιοίκηση με εκλεγμένο  περιφερειάρχη και εκλεγμένο περιφερειακό Συμβούλιο. Και στα πλαίσια της ενιαίας περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, επειδή οι Νομαρχίες έχουν ισχυρή καταγραφή στην κοινωνική συνείδηση, θα αποτελέσουν αποκεντρωμένες διοικητικές μονάδες της ενιαίας περιφερειακής Αυτοδιοίκησης.
Οίκοθεν νοείται, ότι χρειάζεται η ενίσχυση των νέων θεσμών, από ειδικό επιχειρησιακό σχέδιο.
Τώρα, θα ήταν χρήσιμο να συμπεριλάβετε στους προβληματισμούς σας, εμάς θα μας βοηθούσε πάρα πολύ, ποια είναι η σχέση της περιφερειακής Αυτοδιοίκησης με την περιφερειακή κρατική Διοίκηση. Μια σχετικά συγκρατημένη άποψη λέει ότι μπορούν να συνυπάρξουν οι δυο θεσμοί, δηλαδή το περιφερειακό κράτος και η περιφερειακή Αυτοδιοίκηση. Άλλωστε, αυτό δεν μπορεί να αποφευχθεί σε μια μεταβατική φάση, λόγω του ισχύοντος Συντάγματος, γιατί το ισχύον Σύνταγμα αναφέρεται σαφώς σε περιφερειακές κρατικές δομές. Άρα υπό το ισχύον Σύνταγμα, θα πρέπει να συνυπάρξει η περιφερειακή Αυτοδιοίκηση με την περιφερειακή κρατική Διοίκηση. Ποια θα είναι η σχέση τους;
Η περιφερειακή Αυτοδιοίκηση πρέπει να ενισχυθεί πολύ δυνατά από την αρχή. Αλλά ισχύει νόμος, τον οποίο εισηγήθηκε και ψήφισε ο Υπουργός των Οικονομικών σχετικά με τη διαχείριση του ΕΣΠΑ και ο οποίος προβλέπει ότι συγκροτούνται συγκεντρωτικοί μηχανισμοί διαχείρισης του ΕΣΠΑ που αντιστοιχούν σε 5 διοικητικές κρατικές υπερπεριφέρειες. Ενώ την ίδια στιγμή εγκαθίστανται 13 αναπτυξιακές εταιρείες στις υπάρχουσες περιφέρειες επίσης για τη διαχείριση του προγράμματος.
Αν έτσι συμβαίνει, τότε αυτό δεν είναι σύμφυτο, δεν συνάδει με την αυτονομία και την αυτοτέλεια που θέλουμε να δώσουμε στην περιφερειακή Αυτοδιοίκηση.
Θα πρέπει γι’ αυτό, να γίνει επαναξιολόγηση της ρύθμισης της κυβέρνησης, γιατί πιθανολογώ, ότι αν ο Υπουργός των Εσωτερικών έχει ενδεχομένως άλλη άποψη, θα βρει μπροστά του τις ρυθμίσεις του Υπουργού της Εθνικής Οικονομίας.
Θα παρακαλέσω, πριν διατυπώσω την επόμενη αρχή, να λάβετε υπόψη σας το ερώτημα: Τι σημαίνει η συνύπαρξη περιφερειακής και κρατικής Αυτοδιοίκησης, έστω σε ένα μεταβατικό πλαίσιο; Αυτή η συνάφεια,  η όσμωση σε ποιον δημιουργεί πρόβλημα;
Μήπως θα έπρεπε να σκεφτούμε την πιο ριζοσπαστική θέση ότι στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση πρέπει να κάνουμε την τομή να καταργηθεί η περιφερειακή κρατική διοίκηση και να ολοκληρωθεί στο επίπεδο της περιφέρειας μόνο η περιφερειακή Αυτοδιοίκηση;
Το ερώτημα που μπορεί να προκύψει, είναι οι δραστηριότητες του κράτους στη περιφέρεια από ποιους θα ασκούνται. Η απάντηση είναι πολύ απλή. Από αποκεντρωμένες Υπηρεσίες των Υπουργείων. Ας συμπεριλάβουμε στον προβληματισμό μας και αυτή την πτυχή.
Είναι επίσης σαφές ότι οι νησιωτικές και ορεινές περιοχές  πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικού σχεδίου, ειδικής προσοχής και ειδικής συζήτησης.
Σε ότι αφορά τα έσοδα της Αυτοδιοίκησης και με αυτό κλείνω, μιλούμε για φορολογική αποκέντρωση. Δεν είναι τιμητικό για το κεντρικό κράτος – οποιαδήποτε εποχή – να μετατρέπει τους Δημάρχους και τους Νομάρχες σήμερα, αύριο τους αιρετούς περιφερειάρχες, σε επαίτες του κράτους.
Άρα λοιπόν πρέπει να αποσαφηνιστούν τα οικονομικά ζητήματα. Μιλάμε για οικονομική αυτοτέλεια και πλήρη απεξάρτηση των δυο βαθμών Αυτοδιοίκησης από το κεντρικό κράτος.
Ένα πρώτο βήμα είναι ο σαφής προσδιορισμός των εσόδων,  ώστε να μη γίνεται διαχείριση αθέμιτη από το κράτος.
Θα παρακαλέσω να συμπεριλάβετε στον προβληματισμό σας, αν στα πλαίσια μιας ριζικής αναθεώρησης του φορολογικού συστήματος, πρέπει να περάσουμε από το σύστημα της φορολογικής αποκέντρωσης στο σύστημα της φορολογικής αυτοδιοίκησης, στα πλαίσια του οποίου έχουν ίδιους πόρους οι δύο βαθμοί Αυτοδιοίκησης.
Κυρίες και κύριοι, θα μου επιτρέψετε να κλείσω με την παρατήρηση ότι είναι η ώρα να σκεφτούμε όλοι ανεξάρτητα από κομματικές τάσεις κι από κομματικές προτιμήσεις. Οτι θα υπηρετήσουμε τη βαθιά ανάγκη της χώρας να ανατραπεί ριζικά το διοικητικό σύστημα. Είναι η ώρα να σκεφτούμε μακριά από κομματικές ιδιοτέλειες και διαξιφισμούς, στα πλαίσια ενός γόνιμου δημοκρατικού διαλόγου που όλοι μαζί μπορούμε να διεκπεραιώσουμε.
Εμείς από την πλευρά μας θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν να πείσουμε, όσους πρέπει να πεισθούν, για την ανάγκη μιας ριζοσπαστικής δημοκρατικής μεταρρύθμισης. Είμαι σίγουρος ότι το συνέδριό σας όπως και το συνέδριο αργότερα της ΚΕΔΚΕ θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, άλλωστε πολλές φορές μας φωτίσατε με τις δημιουργικές σας σκέψεις.
Σας εύχομαι λοιπόν εν κατακλείδι να είσαστε θαυματουργοί στις συνέπειες και απολύτως διαφωτιστικοί στα συμπεράσματα. Σας ευχαριστώ πολύ.
Advertisement