Με αφορμή την αναθεώρηση του Συντάγματος επανήλθε στην επικαιρότητα το πρόβλημα των σχέσεων οικονομικών συμφερόντων και πολιτικής εξουσίας. Η διαφάνεια στη δημόσια ζωή και η θωράκισή της με θεσμούς, που να μην επιτρέπουν τον έλεγχο της πολιτικής ζωής από ισχυρά ιδιωτικά κέντρα οικονομικής εξουσίας, είναι θεμελιώδες ζήτημα για τη λειτουργία και την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Οι διαπιστώσεις είναι γνωστές και η πολιτική φιλολογία τείνει να εξαντληθεί και δεν αρκεί για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Οι πιο αποτελεσματικές λύσεις για τη διαφύλαξη του κύρους της πολιτικής ζωής είναι αυτές που στηρίζονται στην ομόθυμη συνεννόηση των πολιτικών κομμάτων. Ο πολιτικός κόσμος πρέπει τώρα να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και από τους λόγους να περάσει στην πράξη. Διαφορετικά, οι πολίτες θα εξακολουθήσουν να είναι καχύποπτοι παρακολουθώντας τους πολιτικούς να ομιλούν μόνον ή να αντιδικούν χωρίς δραστικά να ενεργούν. Υπάρχουν συγκεκριμένα μέτρα υπέρ της διαφάνειας στη δημόσια ζωή, όπως π.χ. μέτρα για την αποτροπή συγκέντρωσης μέσων μαζικής ενημέρωσης σε πρόσωπα που έχουν δοσοληψίες με το δημόσιο ή όπως η σύσταση ανεξάρτητης διοικητικής αρχής για τον έλεγχο των συμβάσεων προμηθειών και δημοσίων έργων. Η αναθεώρηση του Συντάγματος προσφέρει μια θαυμάσια ευκαιρία για να επιτελέσουμε το χρέος μας. Είναι σημαντικό ήδη ότι μετά από έντονες συζητήσεις η Επιτροπή αποφάσισε να μην μπορούν να είναι ιδιοκτήτες μέσων μαζικής ενημέρωσης, πρόσωπα που καθ’ οιονδήποτε τρόπο αναλαμβάνουν έναντι του δημοσίου την εκτέλεση έργων ή προμηθειών. Μένει να αποδειχθεί πόσο πραγματική και ισχυρή είναι η πολιτική βούληση μέχρι τέλους.
Σεπτέμβριος 2000